- ἐπιτραγηματίζω
- ἐπιτρᾰγημᾰτίζω,A serve up as dessert, Arist. (Fr.105)ap.Jul.Ep.180 ([voice] Pass.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
επιτραγηματίζω — ἐπιτραγηματίζω (Α) προσφέρω κατά το γεύμα ως επιδόρπιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + τραγηματίζω (< τράγημα «επιδόρπιο» < θ. τραγ (πρβλ. τραγ ανός τραγ είν, τρώγ ω)] … Dictionary of Greek
ἐπιτραγηματίζεσθαι — ἐπιτραγηματίζω serve up as dessert pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτραγηματίζονται — ἐπιτραγηματίζω serve up as dessert pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)